Please Wait a Moment
X

Vithometro.gr : Τεχνολογία C.H.I.R.P

Τον τελευταίο καιρό όλο και πιο πολύ ακούμε για τη νέα τεχνολογία chirp η οποία έχει φέρει μια «αναστάτωση» στο κύκλο των ψαράδων καθώς η συγκεκριμένη τεχνολογία υπόσχεται καθαρότερη εικόνα σε σύγκριση με τον συμβατικό ηχοβολισμό που χρησιμοποίει το μεγαλύτερο μέρος των ψαράδων με αισθητήρες 50/200 KHz. Σε αυτό το άρθρο θα προσπαθήσουμε να ξετυλίξουμε τα μυστικά αυτής της νέας τεχνολογίας, όχι με τεχνικούς και δυσνόητους όρους, αλλά με απλά ελληνικά μιλώντας τη γλώσσα των ψαράδων.

Τελικά τι ακριβώς είναι αυτή η τεχνολογία που θα μας ωφελήσει σε σύγκριση με το τρόπο που ήδη ψαρεύουμε; Τι χρειαζόμαστε για να έχουμε μια εικόνα Chirp; Αξίζει να μπούμε στη διαδικασία της αλλαγής τεχνολογίας σε σχέση με αυτά που θα δούμε παρακάτω;

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Δε μιλάμε για μια νέα εφεύρεση, η τεχνολογία αυτή είναι γνωστή από το 1950, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά, όπως και οι περισσότερες εφευρέσεις, για στρατιωτικούς σκοπούς αλλά και γεωλογικούς, εκεί όμως που βρήκε μεγάλη απήχηση ήταν στις συσκευές radar που χρησιμοποιείται με απόλυτη επιτυχία μέχρι και σήμερα.

Αν και είναι το επόμενο βήμα στον ηχοβολισμό, αναμφισβήτητα δε ξεφεύγουμε από τον τρόπο που συλλέγουμε την πληροφορία που είναι η εκπομπή του ήχου και η επιστροφή του. Δεν περνάμε δηλαδή σε ηλεκτρομαγνητικό ή άλλο ραδιοκύμα, αλλά παραμένουμε σε ακουστική συχνότητα με τον ίδιο τρόπο εκπομπής και λήψης. Αυτό σημαίνει ότι ισχύουν και όλα όσα ξέρουμε περί του ηχητικού κύματος και της ταχύτητας στο νερό, δηλαδή η υψηλότερη συχνότητα ενδείκνυται για τα ρηχότερα νερά και τη στενή κάλυψη ηχητικού κώνου (beam with) και η χαμηλότερη συχνότητα για τα βαθύτερα νερά με μεγαλύτερο εύρος κώνου.

Εφόσον λοιπόν παραμένουμε στον ηχοβολισμό, τι είναι αυτό που αλλάζει και κάνει την απεικόνιση των στόχων καλύτερη; Αυτό που αλλάζει είναι το περιεχόμενο του ηχητικού κύματος που εκπέμπεται. Μέχρι τώρα όπως οι περισσότεροι θα γνωρίζετε χρησιμοποιούμε τη συχνότητα των 200KHz για τα ρηχά νερά, δηλαδή μέχρι τα 120-140 μέτρα περίπου και τη συχνότητα των 50 KHz για βαθύτερα νερά (παραπάνω από 140 μέτρα). Αυτό σημαίνει ότι κάποιος που ψάρευε π.χ στα 70 μέτρα με την υψηλή συχνότητα εξέπεμπε στο στόχο μια μόνο συχνότητα και έπαιρνε μια μόνο επιστροφή, αυτή η επιστροφή όποια ποιότητα κι αν είχε (καλή, μέτρια ή κακή) θα εμφανιζόταν στην οθόνη. Εδώ έρχεται η νέα τεχνολογία και κάνει το εξής: σε μια εκπομπή ενός παλμού συμπιέζεται ένα εύρος συχνοτήτων π.χ στα ρηχά νερά αντί για υψηλή συχνότητα 200KHz το ηχητικό κύμα περιέχει ένα εύρος συχνοτήτων από 130KHz έως και 210 kHz. Οπότε εκεί που είχαμε μια μόνο επιστροφή, τώρα έχουμε πολλές επιστροφές και για να γίνει κατανοητό αυτό σημαίνει ότι ο επεξεργαστής θα μας εμφανίσει την πιο πιστή απεικόνιση του στόχου. Αυτό που στην ουσία πετυχαίνει η τεχνολογία chirp είναι να προσπαθήσει να ταιριάξει την καλύτερη συχνότητα πάνω στο συγκεκριμένο όγκο του ψαριού και να μας αποδώσει την επιστροφή της συχνότητας που θα έχει καταφέρει να «αγκαλιάσει» το στόχο καλύτερα, με αποτέλεσμα την καλύτερη απεικόνισή του στην οθόνη μας. Σε αυτή τη συμπίεση των συχνοτήτων οφείλεται και το όνομα της τεχνολογίας αυτής, το οποίο είναι τα αρχικά των λέξεων Compressed High-Intensity Radar Pulse, δηλαδή σε ελεύθερη μετάφραση ένας παλμός που περιέχει συμπιεσμένες συχνότητες.

Έτσι καταλαβαίνουμε όλοι ότι αφού αλλάζει όχι ο τρόπος εκπομπής αλλά το περιεχόμενό του (αλλάζουν και οι κώνοι σήματος κάτι που θα μας απασχολήσει σε άλλο άρθρο γιατί έχει πολύ μεγάλη σημασία στην εικόνα που θα πάρουμε) σημαίνει ότι για να απολαύσουμε τα οφέλη αυτής της νέας τεχνολογίας θέλουμε και συσκευή (βυθόμετρο) που να μπορεί να παράγει παλμό Chirp, αλλά και ειδικευμένο αισθητήρα που θα μπορεί να εκπέμψει και να λάβει αυτό το συμπιεσμένο παλμό, ο οποίος θα φέρει μαζί του τις πληροφορίες των στόχων και του πυθμένα που συνάντησε.

Οι αισθητήρες αυτοί παράγονται, όπως και οι υπάρχοντες που χρησιμοποιούμε, από την εταιρεία Airmar και χωρίζονται εκτός των άλλων κατηγοριών (π.χ ο τρόπος τοποθέτησης) και με βάση την ισχύ των συχνοτήτων που εκπέμπουν: σε High (H) για τις υψηλές π.χ 130-210KHz, σε Medium (Μ) για τις μεσαίες π.χ 95-155 kHz και Low (L) για τις χαμηλές π.χ 45-65 kHz. Εννοείται ότι όσο πιο μεγάλο είναι το εύρος της συχνότητας τόσο πιο μεγάλη ευκρίνεια θα έχουν οι στόχοι στην οθόνη μας.

Στην αγορά τα τελευταία χρόνια κυκλοφορούν πολλές συσκευές και αισθητήρες που έχουν ενσωματωμένη την τεχνολογία Chirp. Στον κύκλο των ψαράδων οι πιο διαδομένες είναι οι συσκευές με διπλό κανάλι, δηλαδή ενσωματώνοντας έναν αισθητήρα δυο καναλιών (π.χ TM265 L/H) ο χρήστης μπορεί να επιλέξει αν θα χρησιμοποιήσει υψηλές ή χαμηλές συχνότητες (130-210KHz ή 45-65KHz σαν L) ή οι μονοκόκαλες συσκευές που είναι και πιο οικονομικές με τις οποίες μπορούμε βάσει του βάθους που ψαρεύουμε αλλά και της τοποθέτησης, να συνδυάσουμε έναν αισθητήρα Chirp. Οι πιο διαδεδομένοι είναι: ο TM150 ο οποίος τοποθετείται σε καθρέπτη στα 300 watt, εκπέμπει στις μεσαίες συχνότητες 95-155 KHz με εύρος 60KHz και μοίρες κώνου 26 επί 17 και οι απεικονίσεις που δίνει είναι άριστες μέχρι και το βάθος των 150 μέτρων (βάσει δοκιμών που έγιναν από έμενα με βυθόμετρο FURUNO) και ο TM185 ο οποίος τοποθετείται σε καθρέπτη στα 1000 watt, εκπέμπει στις μεσαίες συχνότητες 85-135 KHz με εύρος 50 KHz και μοίρες κώνου 11 επί 16. Λόγω του όγκου και του σχήματος αυτού του αισθητήρα θέλει ιδιαίτερη προσοχή στη τοποθέτηση κάτι που γίνεται από εμάς μετά από ενδελεχή μελέτη της γάστρας του σκάφους ώστε να επιτύχουμε τη μέγιστη απόδοση. Η FURUNO χρησιμοποίει την τεχνολογία chirp εδώ και δυο χρόνια στα μοντέλα Navnet 2 και Navnet 2 Touch μέσω της μονάδας DFF1UHD που υποστηρίζει αισθητήρες δυο καναλιών. Τα νέα μοντέλα βυθομέτρων που θα είναι διαθέσιμα τους πρώτους μήνες του 2018 θα έχουν ενσωματωμένο εκπομπό Chirp (Built in) που θα συνεργάζεται με αισθητήρα μονού καναλιού.

Μια διαφορά του Chirp με τη συμβατική τεχνολογία είναι ότι η νέα τεχνολογία είναι πιο ευαίσθητη με ό,τι σημαίνει αυτό. Επίσης το ότι θα δούμε ένα στόχο με το Chirp τον οποίο δεν θα βλέπαμε καθόλου με ένα απλό βυθόμετρο 50/200 πιστεύω ότι δεν είναι ακριβές και ειλικρινές. Η διαφορά είναι ότι πρώτον ο στόχος αυτός θα είναι πιο ξεκάθαρος σε σχέση με τη προηγουμένη τεχνολογία, δεύτερον θα ξεχωρίζουν οι στόχοι ενός κοπαδιού του οποίου τα άτομα είναι πολύ κοντά και στο συμβατικό βυθόμετρο θα τα βλέπαμε σαν μια «μπάλα» και τρίτον και σημαντικότερον για έμενα είναι ότι οι στόχοι που είναι κοντά στο βυθό θα φαίνονται καθαρά και ξεκολλημένοι από το πυθμένα.

Τέλος θα προσθέσω κάτι που πάντα συνηθίζω να λέω και αυτό είναι ότι η τεχνολογία κάθε μέρα αλλάζει και μας δίνει όλο και πιο πολλά όπλα στην ανεύρεση των θηραμάτων μας, είτε αυτά είναι ψάρια, πουλιά η ζώα. Έγκειται στον καθένα μας πως θα χρησιμοποιήσουμε αυτήν τη τεχνολογία, αυτό το όπλο δηλαδή, ώστε να μην το στρέψουμε προς τους απογόνους μας, τα παιδιά μας, για να τους δώσουμε την ευκαιρία να ψαρεύουν και αυτά αύριο.

ΤΕΧΝΟΒΥΘΟΜΕΤΡΙΚΗ

Ονομάζομαι Σπύρου Δημήτρης, γεννημένος στην Κέρκυρα το 1973 όπου εργάζομαι και κατοικώ μέχρι σήμερα.

Έχω σπουδάσει ηλεκτρονικός και η μεγάλη μου αγάπη είναι η θάλασσα και το ψάρεμα, έτσι αναπόφευκτα βρέθηκα να ασχολούμαι τα τελευταία 15 χρόνια με την ανακάλυψη των μυστικών αυτού του οργάνου που στην Ελλάδα ονομάζουμε βυθόμετρο.

Περισσότερα..

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας με έναν από τους παρακάτω τρόπους:

  • Διεύθυνση: Γουβιά, Κέρκυρα, Ελλάδα
  • Τηλέφωνο: +30 6947 709343
  • Email : d.spirou@yahoo.gr
  • Τεχνοβυθομετρική:
  • Δημήτρης Σπύρου:
ΦΟΡΜΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ